σουρντίνα

σουρντίνα
και σουρτίνα και σουρδίνα, η και σουρντίνο, το, Ν
μουσ. εξάρτημα μουσικών οργάνων τού οποίου η λειτουργία έχει ως σκοπό να απαλύνει την ηχητική ένταση και να μεταβάλλει το ηχόχρωμά τους, αλλ. πνιγέας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. sourdine < ιταλ. sordina (< λατ. surdus «κουφός»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σουρντίνα — η (λ. γαλλ.), εξάρτημα έγχορδου μουσικού οργάνου, πνιγέας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τρόμπα — Πνευστό μουσικό όργανο αρχαίας προέλευσης, το οποίο για μεγάλο διάστημα χρησιμοποιήθηκε μόνο για στρατιωτικά σαλπίσματα. Οι αρχαίες τ., κυρίως από ορείχαλκο και ασήμι, είχαν διάφορες μορφές και ονομασίες: π.χ. τούμπα (σάλπιγγα), ένας ίσιος και… …   Dictionary of Greek

  • σουρδίνα — η, Ν βλ. σουρντίνα …   Dictionary of Greek

  • σουρντίνο — το, Ν μουσ. βλ. σουρντίνα …   Dictionary of Greek

  • σουρτίνα — η, Ν βλ. σουρντίνα …   Dictionary of Greek

  • τρομπόνι — Πνευστό μουσικό όργανο, της οικογένειας των χάλκινων. Χρησιμοποιούμενο περίπου με το σημερινό σχήμα του από τον 14o αι., διαδιδόταν όλο και περισσότερο. Ο μοναχός Μαρέν Μερσέν (1588 1648) το κατέγραψε στη Γενική αρμονία (Harmonie universelle,… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Χάμσουν, Κνουτ — (Hamsun, ψευδώνυμο του Knut Pedersen, Λομ 1859 – Γκρίμσταντ 1952). Νορβηγός συγγραφέας. Από αγροτική οικογένεια, το 1882 μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Από τη διαμονή του στη χώρα αυτή προήλθε το έργο του Η πνευματική ζωή της νέας Αμερικής (1889), πικρή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”